Όλοι οι Οδηγοί πρέπει να αποφεύγουν να συμπεριφέρονται με τρόπο που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τους πεζούς.
όπου σε οδοστρώματα υπάρχουν διαβάσεις πεζών, οι οποίες έχουν σημανθεί με πινακίδες ή διαγραμμίσεις και η κυκλοφορία των οχημάτων ρυθμίζεται με φωτεινή σηματοδότηση ή τροχονόμους, οι Οδηγοί οχημάτων υποχρεούνται:
α) Να σταματούν πριν από τη διάβαση, όταν απαγορεύεται σε αυτούς με σήμα να προχωρήσουν ή όταν τυφλοί χρησιμοποιούν και επιδεικνύουν το λευκό μπαστούνι τους, για να δείξουν ότι πρόκειται να διασχίσουν την οδό ή όταν τα άτομα με μειωμένη κινητικότητα πρόκειται να διασχίσουν την οδό. Οταν επιτραπεί να προχωρήσουν, να μη διακόπτουν ή παρεμποδίζουν τη διέλευση των πεζών, τυφλών ή των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα, οι οποίοι έχουν ήδη εισέλθει και προχωρούν στη διάβαση, κατά τα οριζόμΈνα στο άρθρο 38 του παρόντος Κώδικα.
β) Αυτοί που προτίθενται να στρίψουν σε άλλη οδό, στην είσοδο της οποίας υπάρχει διάβαση πεζών, να κινούνται αργά και να παραχωρούν προτεραιότητα στους πεζούς που ήδη χρησιμοποιούν ή εισέρχονται στη διάβαση, κατά τα οριζόμΈνα στο άρθρο 38 του παρόντος Κώδικα και σε περίπτωση ανάγκης να διακόπτουν την πορεία του οχήματός τους.
2.Αν σε σημασμένη διάβαση πεζών η κυκλοφορία των οχημάτων δεν ρυθμίζεται με φωτεινή σηματοδότηση ή με τροχονόμο, οι Οδηγοί υποχρεούνται να πλησιάζουν στη διάβαση με ταχύτητα τόσο μικρή ώστε να μην εκθέτουν σε κίνδυνο τους πεζούς που τη χρησιμοποιούν ή εισέρχονται σε αυτήν και, σε περίπτωση ανάγκης, να διακόπτουν την πορεία του οχήματός τους για να επιτρέπουν τη διέλευση των πεζών.
Σε σημασμένους με ειδική σήμανση πεζοδρόμους, τα οχήματα τα οποία επιτρέπεται να εισέλθουν σε αυτούς οφείλουν να κινούνται με ταχύτητα βαδίσματος και να παραχωρούν προτεραιότητα στους πεζούς. Στους οδηγούς των οδικών οχημάτων επιβάλλεται να παραχωρούν προτεραιότητα στις διαβάσεις πεζών ή ποδηλατιστών, όταν σε αυτές κινούνται πεζοί ή ποδηλατιστές αντίστοιχα.
3. Σε περιοχές κατοικίας που έχουν χαρακτηρισθεί και σημανθεί ως περιοχές ήπιας κυκλοφορίας εφαρμόζονται οι εξής ειδικοί κανόνες:
α) Οι πεζοί μπορούν να χρησιμοποιούν το οδόστρωμα σε όλο το πλάτος του. Τα παιχνίδια επιτρέπονται.
β) Οι Οδηγοί πρέπει να προχωρούν με πολύ χαμηλή ταχύτητα, η οπαία σε καμιά περίπτωση δε θα πρέπει να υπερβαίνει τα 20 χιλιόμετρα την ώρα.
γ) Οι Οδηγοί δεν πρέπει να θέτουν τους πεζούς σε κίνδυνο ούτε να συμπεριφέρονται με παρεμποδιστικό τρόπο. Αν είναι αναγκαία πρέπει να σταματούν.
δ) Οι πεζοί δεν πρέπει να εμποδίζουν χωρίς λόγο την κυκλοφορία των οχημάτων.
ε) Απαγορεύεται η στάθμευση, εκτός από εκεί που επιτρέπεται από σήματα στάθμευσης.
στ) Σε διασταυρώσεις, Χρήστες της οδού που εξέρχονται από περιοχή κατοικίας πρέπει να παραχωρούν την προτεραιότητα στους άλλους χρήστες της οδού.
4. Οι Οδηγοί, οι οποίοι πρόκειται να στρίψουν σε άλλη οδό στην οποία δεν υπάρχουν σημασμένες με πινακίδες διαβάσεις πεζών ή διαγραμμίσεις στο οδόστρωμα, υποχρεούνται να παραχωρούν προτεραιότητα στους πεζούς, οι οποίοι στις περιπτώσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του παρόντος Κώδικα, έχουν κατέλθει στο οδόστρωμα της οδού, στην οποία πρόκειται να εισέλθουν οι Οδηγοί και σε περίπτωση ανάγκης, να διακόπτουν την πορεία του οχήματός τους.
Οι Οδηγοί πρέπει επίσης να δείχνουν ιδιαίτερη προσοχή στους πεζούς που διασχίζουν την οδό προκειμένου να επιβιβαστούν σε μέσα μαζικής μεταφοράς ή όταν απομακρύνονται από αυτά.
5. Οι Οδηγοί που προτίθενται να προσπεράσουν από δεξιά, όταν αυτό επιτρέπεται, όχημα δημόσιων συγκοινωνιών, που βρίσκεται σε στάση σε καθορισμένο σημείο, υποχρεούνται να σταματούν, για να επιτρέπουν την αποβίβαση ή επιβίβαση των επιβατών.
Μπορεί να μη βλέπουμε ή να μη διακρίνουμε πια τόσο καθαρά, να δυσκολευόμαστε να οδηγούμε τη νύχτα, να έχουμε χάσει τη στερεοσκοπική μας όραση, κλπ.
Ένα από τα πιο συχνά προβλήματα όρασης είναι η μειωμένη οπτική οξύτητα, που υπάρχει είτε λόγω προϋπάρχουσας πάθησης είτε λόγω ηλικίας. Ο οδηγός δυσκολεύεται, για παράδειγμα, να δει τις λεπτομέρειες ενός αυτοκινήτου ή ενός ποδηλάτου που φαίνεται ακόμη μικρότερο από απόσταση, οπότε και η πιθανότητα να εμπλακεί σε ατύχημα αυξάνεται.
Μειωμένη οπτική οξύτητα έχουν άτομα που πάσχουν από διάφορες οφθαλμικές παθήσεις (π.χ. μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμός, κ.α.). Ένας τρόπος για να καταλάβουμε την κατάσταση της όρασής μας, είναι να ελέγξουμε κατά πόσο εύκολα και καθαρά μπορούμε να διακρίνουμε τους φωτεινούς σηματοδότες και τα φώτα των διερχόμενων αυτοκινήτων κατά τις νυχτερινές ώρες.
Όποια και αν είναι η πάθηση που έχουμε και η ηλικία που έχουμε, εάν ο οφθαλμίατρος μάς έχει δώσει διορθωτικά γυαλιά ή φακούς επαφής, τα φοράμε πάντα όταν οδηγούμε. Εάν το πρόβλημα στην όρασή μας δεν έχει θεραπευτεί ή αντιμετωπιστεί με διορθωτικά μέσα, δεν οδηγούμε καθόλου.